Κι ο Βενέζης το ίδιο, σαν ετούτο τον καλό τσιτμή, ενεργεί μέσα σ’ αυτό του το βιβλίο. Δεν ακουμπά ιδιαίτερα σε κάποιον απομονωμένο τόνο, δε ζητάει την επικράτησή του, δεν υπογραμμίζει περισσότερο ετούτη την πλευρά που προέρχεται στο έργο του απ' την Ιστορία, την καθαυτό και τόσο πρόσφατη Ιστορία, απ’ την άλλη που προέρχεται από μόνη την αισθαντικότητά του. Όπως εκείνος ο τσιτμής, κάνει και τούτος κάτι πάνσοφο. Γυρεύει ν' αποδώσει σ’ όλα, είτε πρόσωπα είτε πράγματα είτε γεγονότα, που κινούνται μέσα στο βιβλίο του - και για τούτο και μες στην ψυχή του ίδιου του αναγνώστη - τις χαμένες τους παλιές δυνάμεις, τις κρυφές τους συμπαθητικές του ιδιότητες, πλησιάζοντάς τα με τη Φύση, ολοκληρώνοντάς τα μες στη συμφωνία της καθολικής ζωής, αναπλάθοντας την παλιά ιερή κι αναγκαία συμμαχία μεταξύ « πλάσματος» - ζώου, φυτού ή ανθρώπου - και της όλης της Δημιουργίας.»