Ο Μέλιος, το παιδί που μετρούσε τ' άστρα και έζησε την αγέλαστη άνοιξη της ενηλικίωσης του στα χωριά του Βορρά, τώρα αναζητεί την τύχη του στη Θεσσαλονίκη. Χαμένος στην πολιτεία, περιπλανιέται νηστικός και γνωρίζει μικροκακοποιούς, κλέφτες και πόρνες. Παρά τις πρώτες δυσκολίες, θα καταφέρει να βρει δουλειά ως βιβλιοθηκάριος και θα αρχίσει να γράφει τα πρώτα του ποιήματα. Θα συναντήσει και πάλι την πρώτη του αγάπη, την Αγράμπελη, και θα ανακαλύψει το φριχτό μυστικό της. Θα ερωτευθεί και θα πληγωθεί - ξανά. Θα έρθει σε επαφή με κυνηγημένους αριστερούς και, κάτω από τα κάστρα της πόλης, θα νιώσει την ελπίδα ενός καλύτερου κόσμου...
"Ξέρετε ποια είναι η αφορμή της οικονομικής κρίσης; Θα γελάσετε. Η αφθονία. Μάλιστα. Βουνά μαζεύτηκαν τα αγαθά κι οι άνθρωποι πεθαίνουν απ' την πείνα. Στη Βραζιλία ρίχνουν τον καφέ στα ποτάμια. Στον Καναδά και στην Αμερική καίνε ολόκληρα βουνά από σιτάρι... Πώς μπορείς να ζεις σ' έναν κόσμο με τόσην αδικία και να μην το ξεφωνίζεις κάθε ώρα, κάθε μέρα;... Φυσικά, αν θέλεις, μπορείς να μείνεις ήσυχος. Να κοιτάξεις τον εαυτούλη σου. Μα τότε, πώς θα 'χεις το δικαίωμα να λέγεσαι άνθρωπος;"