"Η βουή και η μανία", το πρώτο από τα αριστουργήματα του Γουίλιαμ Φώκνερ, το αυθεντικότερο και το πλέον βασανισμένο, διαδραματίζεται στην επαρχία Γιοκναπατάουφα, την οποία είχε επινοήσει ο συγγραφέας για να τοποθετήσει τις ιστορίες του από τον αμερικανικό Νότο, στις αρχές του 20ου αιώνα. Το βιβλίο περιγράφει τον ξεπεσμό μιας αριστοκρατικής οικογένειας και έμμεσα μιας ολόκληρης κοινωνικής δομής την προτεραία της μεγάλης οικονομικής κρίσης που ανέτρεψε και συνέτριψε το "αμερικανικό όνειρο". Η ιστορία παρουσιάζεται από τέσσερις οπτικές γωνίες, των τριών γιων της οικογένειας και της μαύρης υπηρέτριάς τους, του μόνου θετικού προσώπου του μυθιστορήματος. Η απώλεια των αλλοτινών προνομίων έχει ως συνέπεια ένα είδος έκρηξης που αφήνει να αναδυθούν τα συντρίμμια τριών ταλανιζόμενων ψυχών που το πεπρωμένο τους το έχει σφραγίσει η ιστορία χωρίς οι ίδιες να το συνειδητοποιούν.
Ωστόσο πραγματική πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος, αν και σιωπηλή, είναι η αδελφή των τριών γιων, ταυτόχρονα αντικείμενο επιθυμίας, μέτρο σύγκρισης και θύμα μιας οικογενειακής τελετουργίας που έχει πλέον καταλυθεί αφανισμένη μέσα στην ιστορική δίνη της οποίας ο Φώκνερ είναι και ο ίδιος πονεμένος μάρτυρας.
"Η βουή και η μανία" είναι το πρώτο μυθιστόρημά του στο οποίο ο Φώκνερ ενσωμάτωσε πολλές προκλητικές και περίτεχνες υφολογικές τεχνικές, όπως ο εσωτερικός μονόλογος και η εξερεύνηση της συνείδησης, και στις σελίδες του είναι φανερές οι οφειλές του αμερικανού συγγραφέα στον Τζέιμς Τζόις και στους άλλους πρωτοπόρους ευρωπαίους ομοτέχνους του.