... Για μια στιγμή το φάντασμα των Κάντερβιλ στάθηκε εντελώς ασάλευτο από την πολύ φυσική του αγανάκτηση· έπειτα πετώντας απότομα το μπουκάλι στο καλογυαλισμένο πάτωμα εξαφανίστηκε τρέχοντας στο διάδρομο, βγάζοντας υπόκωφα βογκητά και εκπέμποντας ένα φρικιαστικό πράσινο φως. Ακριβώς τη στιγμή, ωστόσο, που έφτανε στην κορφή της μεγάλης σκάλας, μια πόρτα άνοιξε απότομα, δυο μικρές μορφές με άσπρες νυχτικιές έκαναν την εμφάνισή τους κι ένα μεγάλο μαξιλάρι πέρασε δίπλα από το κεφάλι του! Ήταν εμφανές ότι δεν είχε καιρό για χάσιμο, υιοθέτησε λοιπόν βιαστικά την Τέταρτη Διάσταση του Χώρου σαν τρόπο διαφυγής και εξαφανίστηκε μέσα από τη μπουαζερί και το σπίτι βυθίστηκε πάλι στη σιωπή. Φτάνοντας σ' ένα μικρό μυστικό δωμάτιο στην αριστερή πτέρυγα, έγειρε πάνω σε μια φεγγαροαχτίδα για να ξαναβρεί την ανάσα του και άρχισε να προσπαθεί να καταλάβει τη θέση του. Ποτέ, σε μια λαμπρή και αδιάκοπη καριέρα τριακοσίων ετών, δεν είχε υποστεί τέτοια χοντρή προσβολή...