Όταν αρχίζεις να γράφεις δεν ξέρεις τι θα βγει, που θα σε βγάλει. Μέσα σου ακούς ένα κρακ, κάτι ραγίζει - δισταγμός; φόβος; απόφαση; πείσμα;
Τούτη η ραγισματιά δεν είναι σαν εκείνη στα ποτήρια. Ένα ποτήρι το πετάς. Παίρνεις άλλο. Κι αν έχεις παράδες αγοράζεις μια ντουζίνα, και καλύτερα μάλιστα. Γιατί, λέει, στη ραγισματιά του ποτηριού μαζεύουνται τα μικρόβια - ίσως γιατί σ' αυτό ακριβώς το σημείο το γυαλί ή το κρύσταλλο λάμπει περισσότερο. Φαίνεται πως η λάμψη τραβάει τα μικρόβια όπως το μέλι τραβάει τις μύγες. Όμως οι μύγες είναι μεγάλες. Τις βλέπεις.
Τις ξεκολλάς με μιαν οδοντογλυφίδα ή καλύτερα μ' ένα κουταλάκι για να βγάζεις μαζί και το μολυσμένο μέλι. Ύστερα πια το τρως άφοβα. [...]